Προτάσεις επί του Σχεδίου Ολοκληρωμένων Χωρικών Επενδύσεων για Βιώσιμη Αστική Ανάπτυξη του Δήμου Πατρέων


admin Τετ, 01/06/2016 - 09:21

Για το Σχέδιο Ολοκληρωμένων Χωρικών Επενδύσεων για Βιώσιμη Αστική Ανάπτυξη στο Δήμο Πατρέων

Στο κεφάλαιο 2 του Σχεδίου που κατέθεσε η Δημοτική Αρχή (μπορείτε να κατεβάσετε όλο το Σχέδιο της Δημοτικής Αρχής εδώ) αναφέρεται ο ορισμός της ΒΑΑ ως: «Βιώσιμη στρατηγική για αστική ανάπτυξη δεν θεωρείται ένα μεμονωμένο έργο υποδομής, μια πλατεία, ένας δρόμος ακόμη και αν αυτό πληροί σχεδιαστικές περιβαλλοντικές προδιαγραφές. Σκοπός είναι τα έργα να εντάσσονται σε ένα δομημένο πλαίσιο που υπό προϋποθέσεις δημιουργεί κατάλληλες συνθήκες για έναρξη ή και ενδυνάμωση οικονομικής δραστηριότητας πέραν των δραστηριοτήτων αναψυχής ή εκπαίδευσης».

Οι στρατηγικοί στόχοι που θέτει το σχέδιο είναι σωστοί και αποδεκτοί. Ο τρόπος όμως που εξειδικεύονται αφήνει αμφιβολίες αλλά και ενστάσεις για το πώς διασυνδέονται και εν τέλει υπηρετούνται. Ενώ οι στόχοι για προστασία του περιβάλλοντος, βελτίωση της ποιότητας ζωής και βελτίωση της ελκυστικότητας της πόλης ικανοποιούνται με κάποιον τρόπο, είναι εντελώς ασαφής η επίδραση που θα έχει το σχέδιο σε μια γενικότερη οικονομική ανάπτυξη της περιοχής και συνεπώς μείωση της ανεργίας και της φτώχειας, που είναι πρώτης γραμμής προτεραιότητα για την εξουθενωμένη, από τη μακροχρόνια φτώχεια και τα πρόσφατα μνημόνια, κοινωνία της Πάτρας. Η μόνη οικονομική δραστηριότητα που φαίνεται να ωφελείται ρητά από το σχέδιο είναι αυτή της αναψυχής και της διασκέδασης και λιγότερο και υπό πολλές προϋποθέσεις, του τουρισμού. Οι συντάκτες του σχεδίου φαίνεται, παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις, να αποδέχονται πλήρως την τριτοποίηση της τοπικής οικονομίας (πάνω από 80% της τοπικής οικονομίας ανήκει πλέον στις υπηρεσίες) και μάλιστα στην πιο παρασιτική της εκδοχή, αυτής της αναψυχής, και δευτερευόντως αυτής του τουρισμού. Και ο τουρισμός, όμως, χωρίς οργανική διασύνδεση με την τοπική πρωτογενή παραγωγή, την ελαφρά μεταποίηση και την πνευματική και πολιτιστική παραγωγή καθίσταται και αυτός παρασιτικός, προσφέροντας απλά κάποιες κακοπληρωμένες θέσεις εργασίας με τις γνωστές κακές συνθήκες που εργάζονται οι εργαζόμενοι σε πολλές επιχειρήσεις του κλάδου αυτού. Ακόμα και η ανάπλαση και η βελτίωση των συνθηκών ζωής στις συνοικίες είναι ένα μικρό κλάσμα του συνολικού σχεδίου (περίπου 6% του προϋπολογισμού) και φαίνεται να οδηγεί απλώς σε κάποιο δίκτυο πεζοδρόμων όπου …θα παρκάρονται οχήματα, κατά την πάγια συνήθεια των απομακρυσμένων πεζοδρομημένων σημείων του κέντρου χωρίς ιδιαίτερα διαφαινόμενο αναπτυξιακό αντίκτυπο.

Γνωρίζουμε και κατανοούμε ότι ο Δήμος με αυτό το σχέδιο αλλά και την εν γένει δραστηριότητά του δεν μπορεί να παρέμβει άμεσα σε αναπτυξιακές δραστηριότητες και εξάλλου δεν το απαιτεί και κάποιος. Μπορεί, όμως, να δημιουργεί τις υποδομές, τις συνθήκες και τις διασυνδέσεις ώστε να ευνοείται μια αναπτυξιακή προοπτική, άσχετα με το αν θα βρεθούν κοινωνικές και παραγωγικές δυνάμεις να την υιοθετήσουν, καθώς ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι συνισταμένη πολλών άλλων παραγόντων που ξεφεύγουν από τις δυνατότητες ενός ΟΤΑ (κοινωνικός ανταγωνισμός, πολιτική διαπάλη, πορεία εθνικής οικονομίας, γεωπολιτικές εξελίξεις, επιστημονικές/τεχνολογικές εξελίξεις, κλπ). Κατά τη γνώμη μας, το παρόν σχέδιο όφειλε να έδινε επιπρόσθετο βάρος και να είναι πιο σαφές στη διασύνδεση των επιμέρους δράσεων και στη σύγκλισή τους σε ένα πιθανό αναπτυξιακό αποτέλεσμα. Ως παράδειγμα αυτού αναφέρουμε τα παρακάτω παραδείγματα/ιδέες:

  • Εκτεταμένη δημιουργία συγκεκριμένων ηλεκτρονικών και επικοινωνιακών υποδομών (δίκτυα, αισθητήρες, ασύρματο ίντερνετ, υπολογιστική ισχύς, κόμβοι, κλπ). Η πρόταξη του μοντέλου της «έξυπνης πόλης», στην αναπτυξιακή του διάσταση, δεν αποτελεί κάποιου τύπου τεχνολογική φαντασμαγορία, ούτε φάρμακο του συρμού δια πάσαν νόσον. Οφείλει να δημιουργεί μια υποδομή που θα δίνει τη δυνατότητα της δημιουργίας, συγκέντρωσης και ανάλυσης μεγάλου όγκου δεδομένων (big data), απ’ όλες τις πτυχές της καθημερινής ζωής της πόλης, που με τη σειρά τους ευνοούν την ανάπτυξη ενός οικοσυστήματος επιστημόνων, ερευνητών, ΜΜΕ πληροφορικής, πανεπιστημιακών εργαστηρίων, τεχνικών, κλπ, το οποίο θα δημιουργεί καινοτομία και μέρος της θα επιστρέφει στο Δήμο και στην τοπική κοινωνία για επίλυση προβλημάτων και βελτίωση της ποιότητας ζωής. Εντελώς ενδεικτικά, μέσα σε αυτή την προοπτική, στις υποδομές θα μπορούσε να ενταχθεί και η δημιουργία ενός «κτιρίου καινοτομίας» σε υπάρχον δημοτικό ακίνητο, όπου ο Δήμος θα καταθέτει μια ατζέντα ζητημάτων για επίλυση, θα παρέχει χώρους, εγκαταστάσεις και μηχανήματα σε ερευνητές ή επαγγελματίες, οι οποίοι θα επιστρέφουν δωρεάν ή με χαμηλό κόστος έργα και λύσεις στο Δήμο, εκμεταλλευόμενοι οι ίδιοι τα έργα τους έξω από το Δήμο (για επιστημονικούς, οικονομικούς, καριέρας, κλπ, σκοπούς).
  • Υποδομές διασύνδεσης πρωτογενούς παραγωγής – ελαφράς μεταποίησης ή τεχνημάτων – τοπικής κατανάλωσης - τουρισμού. Οι υποδομές αυτές μπορεί να είναι τόσο ηλεκτρονικές όσο και κτιριακές (π.χ. μόνιμη σκεπασμένη λαϊκή αγορά παραγωγών και τοπικών μεταποιητών, εκθεσιακός χώρος και αίθουσα εκδηλώσεων/συνεστιάσεων στο παραλιακό μέτωπο). Με αυτόν τον τρόπο συναρθρώνεται η αυξητική σε επίπεδο παραγωγής και απασχόλησης (μέσα στα  χρόνια της κρίσης) παραγωγική προσπάθεια του πρωτογενή τομέα και δειλών προσπαθειών της μεταποίησης και των κατασκευών με την τοπική κατανάλωση αλλά και με την (υποτιθέμενη) τουριστική ανάταξη της περιοχής.
  • Υποδομές στέγασης και ανάπτυξης του πολιτισμικού δυναμικού της πόλης. Ανακατασκευή και παραχώρηση κάποιου από τα βιομηχανικά κελύφη της νότιας ζώνης για τη δημιουργία «πολιτιστικού χωριού», όπου θα δίνεται χώρος και εγκαταστάσεις για τη στέγαση του διάχυτου και ποικίλου πολιτιστικού δυναμικού της πόλης ώστε να διαμορφωθεί μια κολλεκτίβα συλλογικοτήτων και προσώπων, όπου μέσα από την κατά μόνας παραγωγή έργου ή τη μεταξύ τους οριζόντια επικοινωνία και διαθεματική συνεργασία θα μεγιστοποιείται το συνολικό αποτέλεσμα και η απήχησή του έξω από την πόλη. Η συστηματοποίηση αυτή, σε συνάρθρωση με τους άλλους θεσμούς της πόλης, δημοτικούς ή ιδιωτικούς (π.χ. Ωδείο, Φεστιβάλ Πατρών, Ορχήστρα Νυκτών Εγχόρδων, Πινακοθήκη, Βιβλιοθήκη, art in progress, κλπ) μπορεί να στοχεύσει με συστηματικό τρόπο στην εξωστρέφεια και άρα στη διασύνδεσή της με προσέλκυση επισκεπτών (ο λεγόμενος ποιοτικός τουρισμός). Παράλληλα, μια τέτοια προσπάθεια συνδέεται οικιστικά και ουσιαστικά με τις ενέργειες αστικής ανάπλασης των όμορων νοτίων συνοικιών προσδίδοντας δυνητικά μια διέξοδο σε παλιές βιομηχανικές συνοικίες που υποφέρουν από εγκατάλειψη και βαριά ανεργία.
  • Εφ’ όσον υπάρχει νομικός τρόπος, να τροποποιηθεί το γενικό πολεοδομικό σχέδιο πόλης ώστε παραδοσιακοί δρόμοι και γειτονιές με τεχνίτες, μικρά εργαστήρια, χαμηλής όχλησης μεταποίηση, να αναζωογονηθούν και να αποτελέσουν μιας χαμηλής όχλησης αλλά σημαντικής προστιθέμενης αξίας παραγωγική ενότητα διασυνδεμένης με τον πρωτογενή τομέα και τον τουρισμό.

Οι παραπάνω ιδέες είναι ενδεικτικές και μόνο μιας πιο ολοκληρωμένης αντίληψης που θα μπορούσε να διασυνδέει πραγματικά τους στρατηγικούς στόχους του σχεδίου και να δημιουργεί πιθανότητες αναζωογόνησης της τοπικής οικονομίας σε μια πιο ισόρροπη κατεύθυνση ανάπτυξης που δεν εδράζεται αποκλειστικά και μόνο στην εστίαση/αναψυχή και τον μαζικό τουρισμό.

Καταλήγοντας, θα λέγαμε ότι όλα τα έργα που περιγράφονται στο σχέδιο είναι απαραίτητα για την πόλη και θα άλλαζαν την όψη της. Ο τρόπος, όμως, που παρουσιάζονται και η σαφής έλλειψη ενός στρατηγικού σχεδίου για την πόλη πίσω από αυτά, τα εμφανίζει ξεκομμένα από ένα αναπτυξιακό στόχο και πιθανώς θα δυσκολέψει την ένταξή τους σε χρηματοδοτικά προγράμματα για τη βιώσιμη αστική ανάπτυξη. Από εδώ και πέρα χρειάζεται ακόμα περισσότερη δουλειά για να καταστούν ώριμα στο σχεδιασμό και ελκυστικά προς χρηματοδότηση και σοβαρή πολιτική παρέμβαση και πίεση σε όλα τα επίπεδα και από όλους τους φορείς της πόλης ώστε η πόλη να κατακτήσει ένα μερίδιο από τις αντίστοιχες χρηματοδοτήσεις των έργων.

«Κοινοτικόν»

Εικόνα admin