Περί συγκρούσεων και συνεργειών


admin Δευ, 04/08/2025 - 09:18

Ο αγαπητός μας συμπολίτης και άξιος εκδότης του «Συμβούλου Επιχειρήσεων», Π. Γιαλένιος, σε ένα σημαντικό του άρθρο-παρέμβαση για τα δημοτικά μας πράγματα, στο φύλλο της 22ας Ιουλίου, καταθέτει την άποψή του για το πώς μια πολιτική σύνθεσης και συνεννόησης μεταξύ των δημοτικών παρατάξεων σε στρατηγικής σημασίας ζητήματα και προκλήσεις της πόλης, θα μπορούσε να αλλάξει την παρακμιακή πορεία της Πάτρας, χωρίς να οδηγεί σε αποϊδεολογικοποίηση τις ενεργές δημοτικές δυνάμεις και σε απώλεια της πολιτικής τους ταυτότητας.

Συμμετέχοντας με χαρά στη συζήτηση που άνοιξε με την παραπάνω πρόταση, είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα. Η τοπική αυτοδιοίκηση είναι αναπόσπαστο τμήμα του πολιτικού συστήματος. Επομένως, η όποια συζήτηση αφορά στη βασική κοινωνική λειτουργία αυτού του συστήματος που είναι η παραγωγή συλλογικά δεσμευτικών αποφάσεων (για την τοπική κοινωνία εν προκειμένω). Μέσο για την παραγωγή αυτών των αποφάσεων είναι η απόκτηση και διατήρηση της εξουσίας. Επιπλέον, το πολιτικό μας σύστημα είναι σύστημα κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, δηλαδή η τοπική αυτοδιοίκηση δανείζεται από αυτό τη βασική ιδιαιτερότητα του, η οποία είναι η διάκριση μεταξύ «κυβέρνησης» και «αντιπολίτευσης» και η δυνατότητα της «αντιπολίτευσης» να γίνει κάποτε «κυβέρνηση» μέσω εκλογών. Είναι, δηλαδή, φυσιολογικό, όπως στο εθνικό έτσι και στο τοπικό επίπεδο, η «κυβέρνηση» (Λαϊκή Συσπείρωση – Πελετίδης) να θέλει να διατηρήσει την εξουσία, ικανοποιώντας τους ψηφοφόρους της και ισχυριζόμενη ότι «σε όλα πράττει καλώς», και η «αντιπολίτευση» (σήμερα, Σβόλης, Αϊβαλής, Ψωμάς) να θέλει να κατακτήσει αυτήν την εξουσία στις ερχόμενες εκλογές, ισχυριζόμενη ότι «όλα γίνονται λάθος», ότι «θα τα κάνει καλύτερα», ότι «θα τα αλλάξει όλα» κ.ο.κ., ώστε να πείσει αυτή τους ψηφοφόρους να την προτιμήσουν.

Μέχρι εδώ, δεν μας προκαλούν καμία έκπληξη οι συνεχείς, ακόμα και έντονες, αντιπαραθέσεις μεταξύ των δημοτικών παρατάξεων. Δεν αποτελούν πρόβλημα της πόλης ούτε δημιουργούν αξεπέραστα προβλήματα στην πόλη. Είναι αναμενόμενες στο πολιτικό «παιχνίδι» διεκδίκησης και εναλλαγής στην (τοπική) εξουσία. Το υπαρκτό και μέγιστο πρόβλημα είναι ότι οι «καυγάδες» αυτοί είναι κούφιοι. Δεν αντιστοιχούν δηλαδή σε μια σύγκρουση μεταξύ σαφών στρατηγικών για να βγει η πόλη από τα αδιέξοδά της. Συνθήματα και τσιτάτα για «ανάπτυξη», «λαϊκή οικογένεια», «σύγχρονη/έξυπνη/ανοιχτή πόλη», «ταξικό πρόσημο» κλπ., που εξαπολύουν μεταξύ τους οι αντίπαλες παρατάξεις, είναι επί το πλείστον λόγια του αέρα, χωρίς στέρεη και συνεκτική βάση (είτε ιδεολογική είτε επιστημονική, είτε στρατηγική είτε πρακτική).

Και πώς να είναι αλλιώς, όταν μια δημοτική αρχή διαλαλεί ότι ακολουθεί «φιλολαϊκή πολιτική» επειδή σβήνει πρόστιμα, δεν ιδρύει δημοτική αστυνομία, αφήνει ανεξέλεγκτη την (και επιχειρηματική) καταπάτηση του δημόσιου χώρου ή κάνει τα στραβά μάτια σε κάθε φτωχοδιάβολο που ρημάζει τις υποδομές και τη δημοτική περιουσία, και την ίδια στιγμή δεν έχει κάνει τίποτα δέκα χρόνια τώρα να αποτινάξει το πέπλο της μιζέριας και της ανημπόριας που καταθλίβει την πόλη, επιδεινώνοντας συνεχώς τις υλικές συνθήκες ύπαρξης και αναπαραγωγής των λαϊκών στρωμάτων. Εκείνων που θα περάσουν τον καύσωνα σε γειτονιές άνυδρες, χωρίς δέντρα, χωρίς πεζοδρόμια, με κατάφορτους κάδους σκουπιδιών που θα ζέχνουν από τη χρόνια απλυσιά, την ίδια στιγμή που οι τάχα «ταξικοί της αντίπαλοι», οι ελίτ της πόλης, θα δροσίζουν τα ακροδάκτυλά τους στη Μύκονο και θα απολαμβάνουν το αεράκι στη Σαντορίνη και την Αμοργό, λες κι έχουν ανάγκη την Πάτρα…

Ή πώς να είναι αλλιώς, όταν οι δημοτικές αντιπολιτεύσεις ονειρεύονται «κρουαζιερόπλοια», τουρισμό «υψηλού προφίλ» και «πράσινη ανάπτυξη» για να βγει η πόλη από το τέλμα, δηλαδή κι άλλες υπηρεσίες, κι άλλες επιδοτήσεις, εντέλει επίταση του παρασιτισμού που κατατρώει τις σάρκες της πόλης 30 χρόνια τώρα. Μια αντιπολίτευση που θεωρεί «ανάπτυξη» τα μέγα-γιοτ, αγνοώντας(;) ότι κοντεύουμε ήδη τα 3.000 καταστήματα εστίασης (πόσα ακόμα πρέπει να φτιαχτούν, άραγε, για να σερβίρουν τους «τουρίστες»;) και ότι η παραδοσιακή εμπορική τάξη του κέντρου της πόλης (στα μαγαζιά της οποίας υποτίθεται θα ψωνίζουν οι «πλούσιοι» των γιοτ) έχει ήδη ξεκληριστεί από την κερδοσκοπία της γης που επέφεραν οι πεζοδρομήσεις, την απουσία χώρων στάθμευσης και την κάκιστη αστική συγκοινωνία.

Χαρακτηριστικό είναι ένα πολύ πρόσφατο παράδειγμα που αποδεικνύει τον παραπάνω ισχυρισμό μας και δείχνει πώς «λαϊκιστική» δημοτική αρχή και «εκσυγχρονιστική» αντιπολίτευση εναλλάσσουν χαρακτήρες και συνθήματα, εν τη απουσία όποιας σοβαρής στρατηγικής και σχεδίου, και συγκρούονται για να συγκρούονται. Μετά από δέκα χρόνια ανέλεγκτης «ιδιωτικοποίησης» πλατειών και πεζοδρόμων από λίγες «λαϊκές οικογένειες» επιχειρηματιών της εστίασης, εδέησε η δημοτική αρχή να εννοήσει τους κινδύνους που κρύβονται για τους πολίτες και τις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού, αλλά και την ισχυρή νόθευση του ανταγωνισμού, από τις ζούγκλες τραπεζοκαθισμάτων που με την ανοχή της δημιουργήθηκαν μέσα στην πόλη. Έτσι, οριοθέτησε τα κατά νόμο σημεία ανάπτυξης τραπεζοκαθισμάτων, ξεκινώντας από επιβαρυμένες περιοχές όπως η Ηφαίστου και η Τριών Ναυάρχων. Αντί λοιπόν να της ασκηθεί κριτική για τη δεκαετία που καθυστέρησε να πράξει τα δέοντα, μερίδες της «εκσυγχρονιστικής» αντιπολίτευσης έσπευσαν αυτές τώρα να υιοθετήσουν τις «λαϊκές οικογένειες» των για το κέρδος καταπατητών του δημόσιου χώρου και να καταγγείλουν το Δήμο για αναλγησία, προσδοκώντας τα οφέλη στην κάλπη που μέχρι τώρα καρπωνόταν η δημοτική αρχή!...

Επιστρέφοντας, λοιπόν, στην πρόταση του αγαπητού κ. Γιαλένιου, θα λέγαμε ότι πράγματι μπορεί να δώσει λύση στα αδιέξοδα της πόλης, αν αφορά, όμως, σε ένα εντελώς απαραίτητο, προγενέστερο στάδιο από αυτό που εννοεί. Εκείνο, δηλαδή, που οι δημοτικές δυνάμεις, σημερινές και αυριανές, θα συνεννοηθούν στο ποια είναι τα κρίσιμα ζητήματα της πόλης (η διαχείριση των απορριμμάτων, η προστασία του δημόσιου χώρου, η ενεργειακή αυτονομία, η κρίση στέγης, το δημογραφικό, η αστική συγκοινωνία, η αναζωογόνηση της παραγωγής; - κάποιο άλλο;) και στο ότι όντως διαθέτουν η καθεμία χωριστά ολοκληρωμένες και συνεκτικές προτάσεις για αυτά, και μάλιστα προτάσεις που η μία δεν ακυρώνει ή επιβαρύνει την επίλυση κάποιου άλλου κρίσιμου ζητήματος, αλλά όλες μαζί δημιουργούν μια κοινή, αλληλεξαρτώμενη και αλληλενισχυόμενη, συνισταμένη. Αν αυτή η «συμφωνία» για το ποια είναι τα σοβαρά επιτευχθεί, τότε ας ξεσπάσουν και οι πιο σκληροί καυγάδες και οι πιο αποφασιστικές συγκρούσεις. Αυτό θα είναι καλό για τον τόπο, διότι θα είναι σύγκρουση σχεδίων και όχι κούφιων ρητορειών.

Αν με ρωτήσει κάποιος αν πιστεύω ότι μπορεί να γίνει αυτό στη σημερινή Πάτρα, η απάντηση είναι: φοβάμαι πως όχι. Δεν υποστηρίζω τούτο επειδή είμαι κυνικός (χρόνια τώρα με καλύπτει η παλαιά προτροπή για την «απαισιοδοξία της νόησης, αισιοδοξία της βούλησης»), αλλά διότι είναι ορατή με γυμνό μάτι η απουσία κοινωνικών δυνάμεων στην πόλη, έστω μειοψηφικών, που να μπορούν να θέσουν μια τέτοια ατζέντα και να «εξαναγκάσουν» τις τοπικές πολιτικές δυνάμεις να απαντήσουν σε αυτή. Πιθανόν, για ένα ακόμη χρονικό διάστημα, εωσότου οι, όντως υπάρχουσες, υπόγειες κοινωνικές διεργασίες σαρκωθούν σε υπαρκτές κοινωνικές δυνάμεις, να συνεχίσουμε να υφιστάμεθα τον εκκωφαντικό θόρυβο αδειανών δοχείων που συγκρούονται, συνήθως για «πουκάμισα αδειανά», ή έστω, να παρακολουθούμε τη φαντασμαγορία από φωτοβολίδες αποσπασματικών προτάσεων. Oι προτάσεις, δε, όπως αυτή του Π. Γιαλένιου ή η δική μου, να παραμείνουν απλές ευχές προς εκπλήρωσιν. Οψόμεθα…

Εν τω μεταξύ, θα είχε ενδιαφέρον αν ο κ. Γιαλένιος πάρει την πρωτοβουλία στις φιλόξενες στήλες της εφημερίδας του να ανοίξει ένας διάλογος με κατάθεση συγκεκριμένων προτάσεων για μεγάλα στρατηγικά θέματα που πρέπει να απασχολούν την πόλη και να αναδείξει η κάθε πολιτική δύναμη αυτά που θεωρεί τα πλέον σημαντικά.

 

Θεόδωρος Ντρίνιας

Πρώην δημοτικός σύμβουλος με την παράταξη ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΝ

 

Εικόνα admin